Γράφει η Μαρία Παπαδοπούλου*
Πάντα ήθελα να απλώσει τα χέρια του να πιάσει κάτι, αλλά ποτέ δεν το έκανε.
Το βάζο με το γλυκό κυδώνι της γιαγιάς. Μόνο που το έβλεπε, του έτρεχαν τα σάλια. Κάθε φορά όμως που άνοιγε το ντουλάπι για να το πάρει άκουγε πίσω του τη φωνή της γιαγιάς
«Άστο κάτω! Αυτό είναι για τους ξένους!»
Το αυτοκίνητο του μεγάλου του αδελφού. Ήταν μεγάλο, κατακόκκινο σαν τη φωτιά, γυαλιστερό. Εκείνος δεν είχε δικό του αυτοκίνητο. Οι γονείς του δεν είχαν αρκετά λεφτά για να πάρουν παιχνίδια και για τους δύο , κι ο αδελφός του δεν του το έδινε ποτέ. Τα βράδια σκεφτόταν πολλές φορές να πάει και να το αρπάξει κάτω από το κρεβάτι που το φύλαγε ο αδελφός του. Αλλά την ίδια στιγμή θυμόταν την απειλή του αδελφού του
«Αν πάρεις το αυτοκίνητό μου θα σε πλακώσω στο ξύλο»
Τον χτυπημένο σκύλο που βρήκε στον σκουπιδοτενεκέ. Ήθελε τόσο πολύ να τον πάρει σπίτι, να τον φροντίσει, να τον χαϊδέψει ,να κοιμηθούν μαζί. Να μιλήσουν χωρίς να πουν τίποτα. Να δουν μαζί το φως και ας υπήρχε παντού σκοτάδι. Η μητέρα του δεν τον άφησε. Τον έσυρε από το αυτί μέχρι το σπίτι και μετά του έριξε μερικές με τη βέργα. «Εδώ δεν έχουμε να φάμε, θα ταΐσουμε το βρωμόσκυλο; Αν κόλλησες κανένα τσιμπούρι, από δαύτο και το έφερες εδώ, θα σε στείλω να του κάνεις παρέα!»
Τα λεφτά που του άφησε ο νονός του όταν πέθανε. «Να πας στην Αθήνα να σπουδάσεις. Να γίνεις γιατρός! Για αυτό γεννήθηκες αγόρι μου εσύ! Για να βοηθάς κόσμο!»
Πήγε ο πατέρας του μια μέρα κρυφά στην τράπεζα και τα πήρε όλα. Θα έχανε το σπίτι στα χαρτιά. Έπρεπε να πληρώσει. Έσφιγγε κάθε φορά τα χέρια του, γροθιές τα έκανε, μπουνιές έριχνε στον αέρα να διώξει το κακό.
Αλλά το κακό δεν έφευγε.
Εμένα. Είχα τόση ανάγκη από το χάδι του. Κάθε φορά όμως που πλησίαζε τα χέρια του στο πρόσωπό μου, τα δάχτυλά του έτρεμαν. Φοβόταν να με ακουμπήσει. Εύθραυστη σαν γυαλί νόμιζε ότι ήμουνα, φοβόταν μην του σπάσω.
Εγώ περίμενα. Περίμενα να μου αφήσει ελεύθερη την αγάπη που τόσο βαθιά είχε μέσα του φυλακίσει. Περίμενα. Περίμενα. Περίμενα. Με σκότωνε που έβλεπα αυτή τη σπίθα στα μάτια του να σβήνει πριν προλάβει να γίνει φλόγα.
Τον έβλεπα που έμπηγε τα νύχια του βαθιά μέσα στο δέρμα να ματώσουν. Να τιμωρηθούν τα χέρια του που δεν τον άκουγαν και δεν με ακουμπούσαν. Να τιμωρηθεί η ψυχή του που δεν μιλούσε ενώ είχε τόσα να πει.
Και κάποτε κουράστηκα να περιμένω. Έφυγα. Πήγα στην Αμερική. Παντρεύτηκα έναν άνθρωπο που είχε πάνω του όλα τα καλά. Που μου φερόταν πάντα με σεβασμό και τρυφερότητα. Ένα ελάττωμα είχε μόνο. Μεγάλο, ασυγχώρητο. Δεν ήταν εκείνος.
Τα χρόνια πέρασαν. Κι η ζωή μου απέκτησε πια σκοπό. Έκανα παιδιά. Γέμισε η ζωή μου παιδικές φωνές και γέλια. Και η μορφή εκείνου άρχισε σιγά σιγά να ξεθωριάζει. Κι αυτός ο πόνος που μου έκαιγε τα σωθικά σιγά σιγά έγινε τσίμπημα. Μια γλυκιά ενόχληση καμιά φορά που έβλεπα σύννεφά στον ουρανό και μου θύμιζαν εκείνον.
Ώσπου κάποτε, εμφανίστηκε μπροστά μου. Ναι, ήταν αυτός, αλλά ήταν κάποιος άλλος. Είδα στο βλέμμα του την σπίθα να έχει γίνει πυρκαγιά έτοιμη να κάψει τα πάντα στο διάβα της. Όσο δεν με χάιδεψε ποτέ, με χάιδεψε εκείνη τη νύχτα. Τα χέρια του χάιδεψαν κάθε εκατοστό του κορμιού μου, σαν να ήθελαν να επανορθώσουν για τα τόσα χαμένα χρόνια. Με έσφιξαν σαν να μην ήθελαν να με αφήσουν ποτέ ξανά.
«Έλα να φύγουμε μαζί» μου είπε το επόμενο πρωί. «Μη ρωτάς τίποτα, μόνο έλα να φύγουμε μαζί.»
Εγώ όμως του είπα ότι δεν μπορούσα να γυρίσω πια πίσω. Ότι είχα πάρει πλέον άλλο δρόμο. Δεν ήξερα πώς να γυρίσω πίσω. Δεν θυμόμουν τη διαδρομή. Δεν ήθελα να τη θυμηθώ.
Φώναξε. Απείλησε. Έκλαψε. Παρακάλεσε. Του είπα πάλι όχι. Όχι, όχι, όχι. Η μόνη λέξη που έβγαινε από το στόμα μου ήταν όχι. Όχι, όχι, όχι. Τα χέρια του τυλίχτηκαν γύρω από λαιμό μου και άρχισαν να με σφίγγουν. Να σταματήσουν το όχι ήθελαν. Να διαλύσουν τα εμπόδια ήθελαν. Να πνίξουν το κακό ήθελαν.
Αλλά τα χέρια του έπνιξαν εμένα.
Τον βλέπω κάθε πρωί από ψηλά. Από το σύννεφο το λευκό που κάθομαι. Τον βλέπω να μιλάει κάθε μέρα στα χέρια του. Να τους φωνάζει που με πήραν από κοντά του. Να τα παρακαλά να με φέρουν πίσω.
*Η Μαρία Παπαδοπούλου είναι μεταφράστρια και καθηγήτρια αγγλικών. Γράφει διηγήματα στα ελληνικά και στα αγγλικά. Το βιβλίο της «Η ζωή από το τζάμι περνά» εκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις Λέμβος και βρίσκεται στα βιβλιοπωλεία Ο Πολίτης, Ιανός, Πολιτεία, Bookplus, Πατάκης, Παρημιν, Εν Αθήναις και στα ηλεκτρονικά site τους!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου