Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Εμφάνιση αναρτήσεων με την ετικέτα Μαρία Παπαδοπούλου

Απουσία

Της Μαρίας Παπαδοπούλου Είσαι εδώ κι όμως λείπεις.  Τα χείλη σου χαμογελούν, τα μάτια σου όμως κλαίνε. Με κοιτάς αλλά δε με βλέπεις,  με ακούς χωρίς να με προσέχεις,  σε μέρος μακρινό ταξιδεύεις και εμένα δεν με θες μαζί.  Ζω με τη σκιά σου,   με αυτό που ήσουν,   με αυτό που νόμιζα ότι ήσουν,   με αυτό που ήθελα να ήσουν. Είδα τη βαλίτσα σου έξω από την πόρτα σήμερα.  Φεύγει το φάντασμα σου,  κι εγώ δεν ξέρω  τι περισσότερο με πονά· ότι δεν θα είσαι πια εδώ,  ή ότι ποτέ πραγματικά δεν ήσουν. Η αξόδευτη αγάπη με βαραίνει,  τα αν και τα γιατί στοιχειώνουν κάθε γωνιά του σπιτιού. Πάρε με μαζί σου· κι ας περπατήσουμε σε δρόμους παράλληλους,  κι ας φτάσουμε σε διαφορετικό προορισμό.  Αρκεί να ξέρω ότι η σκιά σου είναι ακόμα εκεί. *Η Μαρία Παπαδοπούλου είναι μεταφράστρια και καθηγήτρια αγγλικών. Γράφει διηγήματα στα ελληνικά και στα αγγλικά. Το βιβλίο της «Η ζωή από το τζάμι περνά» εκδόθηκε πρόσφατα από τις ...

Τα χέρια

Γ ράφει η  Μ αρία Π απαδοπούλου* Πάντα ήθελα να απλώσει τα χέρια του να πιάσει κάτι, αλλά ποτέ δεν το έκανε. Το βάζο με το γλυκό κυδώνι της γιαγιάς. Μόνο που το έβλεπε, του έτρεχαν τα σάλια. Κάθε φορά  όμως που άνοιγε το ντουλάπι για να το πάρει άκουγε πίσω του τη φωνή της γιαγιάς  «Άστο κάτω! Αυτό είναι για τους ξένους!» Το αυτοκίνητο του μεγάλου του αδελφού. Ήταν μεγάλο, κατακόκκινο σαν τη φωτιά, γυαλιστερό. Εκείνος δεν είχε δικό του αυτοκίνητο. Οι γονείς του δεν είχαν αρκετά λεφτά για να πάρουν παιχνίδια και για τους δύο , κι ο αδελφός του δεν του το έδινε ποτέ. Τα βράδια σκεφτόταν πολλές φορές να πάει και να το αρπάξει κάτω από το κρεβάτι που το φύλαγε ο αδελφός του. Αλλά την ίδια στιγμή θυμόταν την απειλή του αδελφού του «Αν πάρεις το αυτοκίνητό μου θα  σε πλακώσω στο ξύλο» Τον  χτυπημένο σκύλο που βρήκε στον σκουπιδοτενεκέ. Ήθελε τόσο πολύ να τον πάρει σπίτι, να τον φροντίσει, να τον χαϊδέψει ,να κοιμηθούν μαζί. Να μιλήσουν χωρίς να πουν τίποτα. Να δουν μα...

Βιβλιοταξίδια με το «Το κορίτσι που αγαπούσε τα βιβλία»

Αγόρασα το συγκεκριμένο βιβλίο εντυπωσιασμένη από τον τίτλο του. Η ιστορία ενός βιβλόφιλου είναι εξ ορισμού άκρως ενδιαφέρουσα για μένα. Λίγες μέρες μόνο μου πήρε για να μάθω τη συγκεκριμένη.  Είναι η ιστορία της Δήμητρας που εργάζεται σε ένα μικρό εκδοτικό οίκο. Όνειρό της είναι να αναδείξει  νέους, ταλαντούχους συγγραφείς και να εκδώσει τα βιβλία τους. Αντί για αυτό όμως - κατόπιν εντολής του αφεντικού της - ασχολείται με τη μετάφραση βιβλίων αυτοβελτίωσης τα οποία παρουσιάζει και εκδίδει ως δικά της και φτιάχνει καφέδες. Ώσπου, κάποια στιγμή, το αφεντικό της τής επιτρέπει να εκδώσει τη λογοτεχνική σειρά που πάντα ονειρευόταν.  Ενθουσιασμένη, δημοσιεύει τη σχετική ανακοίνωση και αρχίζει να δέχεται έργα συγγραφέων. Προς μεγάλη της απογοήτευση, το ένα κείμενο είναι χειρότερο από το άλλο. Είναι έτοιμη να τα παρατήσει, μέχρι που φτάνει στα χέρια της το κείμενο του Αυγούστου, ένα κείμενο που της κινεί  το ενδιαφέρον.  Ποιος είναι όμως ο Αύγουστος και τι πραγματικά ...

Βιβλιοταξίδια με το «Ακούω την καρδιά του παίχτη»

Το βιβλίο «Ακούω την καρδιά του παίχτη» είναι μία συλλογή διηγημάτων. Η Βίλια Χατζοπούλου σε κάθε ιστορία ακούει προσεκτικά την καρδιά του κάθε ήρωα. Ακούει αυτά που λέει, αυτά που δεν λέει, αυτά που θα ήθελε να πει· ακούει τις παύσεις, ακούει και τις σιωπές.  Αφηγείται την κάθε ιστορία απλά, λιτά, ουσιαστικά. Τραβά αργά και σταθερά κάθε μάσκα, φωτίζει διακριτικά κάθε σκοτεινή πλευρά χωρίς να κατακρίνει,χωρίς να επικρίνει, χωρίς να προσπαθεί να αλλάξει τίποτα. Αφήνει τον αναγνώστη να οδηγηθεί στα δικά του συμπεράσματα· γοητευτικό. Κάθε ήρωας είναι αγαπητός ή τουλάχιστον γοητευτικός. Είναι τέτοιο το βάθος και η ένταση των σκέψεών και των συναισθημάτων, τόσο βασανιστικός ο χορός των δαιμόνων, που δεν μπορείς παρά να συμπάσχεις. Κάθε στιγμή, κάθε λεπτό γίνεσαι ένα  με τον καθένα από αυτούς και όταν αυτοί σταματούν να σου μιλούν αναρωτιέσαι τι να απέγιναν.  Ιδιαίτερα αγάπησα το διήγημα «Το χέρι μου είναι κλειδωμένο» γιατί μου θύμισε αρκετά το υπόγειο του Ντοστογιέφσκι. Όπως...

Βιβλιοταξίδια με το «Σκισμένο Ψαθάκι»

Η Αλκυόνη Παπαδάκη είναι μια συγγραφέας που με συγκινεί βαθιά για την ικανότητά της να βιώνει έντονα  τα πάντα αλλά και για το κουράγιο της να μοιράζεται τα πάντα χωρίς να σκέφτεται το κόστος. Ξέρει ότι θα ανοίξουν οι ουρανοί, ασταμάτητη θα πέσει η βροχή κι όμως περιμένει μόνη πάντα σε μια γωνιά χωρίς να κρατά ομπρέλα. Είναι σαν κάθε φορά να λέει «Θα σας πω μια ιστορία, όπως ακριβώς έγινε, τίποτα δεν θα κρύψω, σε όλα θα ρίξω φως, κανενός τα αυτιά δεν θα χαϊδέψω,  κι αν αντέξετε καλώς. Κι αν δεν αντέξετε, πάλι καλώς».  Το Σκισμένο Ψαθάκι το διάβασα πρόσφατα . Αφηγείται την ιστορία μιας μεσοαστικής οικογένειας στην οποία τίποτα, μα τίποτα όμως, δεν πάει καλά. Αρχηγός της οικογένειας η φοβερή και τρομερή Ροζαλία, μια προσωπικότητα που ομολογώ, με τρόμαξε. Γιατί η Ροζαλία δεν αγαπά κανέναν. Χειρίζεται με αριστοτεχνικό τρόπο τους πάντες προκειμένου να μπορεί να ζει τη μεγάλη ζωή. Επιτίθεται με απίστευτο μένος σε όποιον τολμά να της πάει κόντρα. Ποτέ δε λυγίζει, ποτέ...

Αθωότητα

  Εγώ και η αθωότητα ζήσαμε κάποτε μια σύντομη, αλλά παθιασμένη σχέση, δεν αντέχαμε χωριστά, αλλά κυρίως δεν αντέχαμε μαζί. Και μια μέρα, έτσι ξαφνικά, αλλά και σαν από καιρό προετοιμασμένη, την άφησα να φύγει. Την έδιωξα.  Κι ας μην ήθελε αυτή να φύγει.  Τον πρώτο καιρό ήταν δύσκολα, Η αθωότητα ερχόταν κάθε μέρα,  με παρακαλούσε έξω από την κλειδωμένη πόρτα, τρύπωνε στα σκοτάδια μου και απειλούσε, να τα γεμίσει με φως, και εγώ πάλευα, συνέχεια πάλευα, να την κρατήσω μακριά. Και τα χρόνια πέρασαν, και η αθωότητα βαρέθηκε να με κυνηγά, και εγώ αποφάσισα να δώσω στους δαίμονές μου μια ευκαιρία, να μου δείξουν τι μπορούσαν να κάνουν για εμένα αυτοί. Καμιά φορά τη βλέπω τη αθωότητα στο δρόμο, με βλέπει και αυτή, κάνουμε πώς δεν γνωριζόμαστε, δε λέμε ούτε γειά, και καθώς περνούν κι άλλο τα  χρόνια, αρχίζω να αναρωτιέμαι αν εγώ και η αθωότητα, γνωριστήκαμε ποτέ στα αλήθεια. Γράφει η Μαρία Παπαδοπού...