Το αίμα χύνεται· περιβάλει τα πάντα στο πέρασμά του κι ύστερα χάνεται μέσα στο υγρό πάτωμα του μικρού σπιτιού - που συμβατικά ονομάζεται «σώμα». Σε αυτά τα μικρά σπίτια ζούμε και αισθανόμαστε όλοι μας· περνούμε τις μέρες μας και κλειδώνουμε τις έρημες νύχτες μέσα στα ασπρόμαυρα δωμάτια. Λες και το χρώμα τις κάνει παράξενα όμορφες (το όμορφο μας τρομάζει). Το πάτωμα του σπιτιού μας είναι πάντοτε υγρό και μαλακό. Μερικές φορές φοβάμαι να το αγγίξω μήπως και σπάσει και εισβάλλω μέσα μου. Τα μάτια μου παράθυρα στον κόσμο· ανοιγοκλείνουν και παρατηρούν. Κλειδώνουν τις εικόνες και με φυλακίζουν. Κοίτα (!) Δε μπορώ να τα ανοίξω πια... Κοίτα· δε μπορώ να κοιτάξω πια... Από τον Θάνο Κουλουβάκη
/ Ποιήματα / Μη ποιήματα / Τέχνη / Πεζογραφήματα /